΄΄ΥΠΕΡ ΥΓΕΙΑΣ΄΄ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ. ΚΕΦ 2

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΕΔΩ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Ο ΑΘΩΣ

      Η πτήση από την Κύπρο προς τη Θεσσαλονίκη ήταν συνεπής και έδωσε στον Άθωνα τη δυνατότητα να ξαναδιαβάσει την ομιλία του για το συνέδριο γλωσσολογίας με θέμα: ΄΄ Σύγχρονες επιρροές και προσμίξεις  σε γλώσσες αρχαίες ΄΄

 Μόνο τα οπτικοακουστικά του παραδείγματα δεν είχαν προλάβει να ολοκληρωθούν Σίγουρα όμως θα είχαν φτάσει και αυτά τώρα, στην ηλεκτρονική του διεύθυνση.
Πήρε την βαλίτσα του βγήκε από την έξοδο του αεροδρομίου, επιβιβάστηκε αμέσως σε ένα ταξί και κατά τη διάρκεια της πολύ μικρής διαδρομής συνδέθηκε μέσω του κινητού του με τα email, για να τσεκάρει το οπτικοακουστικό υλικό.

-Είμαι πολύ happy που see you Νίτσα μου. Να με επισκεφτείς. Το σπίτι είναι από την Εθνάρχου Μακαρίου τζάμε around about από την πλατεία και θα με βρεις…

-Κύριε φθάσαμε

Είπε ο ταξιτζής στον Άθωνα ο οποίος έσπευσε να πληρώσει αμέσως το αντίτιμο, να πάρει τη βαλίτσα του και να διασχίσει απρόσεκτα τον δρόμο, για να περάσει απέναντι στην  είσοδο του ξενοδοχείου του.

   Το διερχόμενο αυτοκίνητο παρέσυρε τον Άθω τη βαλίτσα και το κινητό από το οποίο συνεχιζόταν να ακούγεται το οπτικοακουστικό:

-Α Νίτσα μου ο Παύλος ζήτησε να χαρτωθεί την Λεία και θα δώσουν το promise μες το θέρος…

Ο οδηγός του αυτοκινήτου πήρε αμέσως το 166. Ήδη είχε πολλά προβλήματα σε δικαστικές αίθουσες για χρέη στο δημόσιο, μόνο η ανθρωποκτονία έστω και εξ αμελείας, του έλειπε
Ευτυχώς η τύχη τον ΄΄ήθελε΄΄ και σε λίγα λεπτά το πλήρωμα του ασθενοφόρου ήταν δίπλα στον σύνεδρο.

Ο υπαίτιος του ατυχήματος σήκωσε τα μάτια στον ουρανό, προσπέρασε τις απλωμένες μπουγάδες στα μπαλκόνια των δωδεκαώροφων πολυκατοικιών και κάπου εκεί ΄΄είδε΄΄΄ τον θεό.
 Σταυροκοπήθηκε ασυναίσθητα και προσευχήθηκε δυνατά

-Θεέ μου ας μην ήρθε το πλήρωμα του χρόνου για τον άνθρωπο.
Μαζί του σταυροκοπιόντουσαν ταυτόχρονα και όσοι είχαν κοντοσταθεί.
Του φάνηκαν πολλοί.
Λες να έρθουν όλοι αυτοί  μάρτυρες κατηγορίας, εάν με τρέχουν;
Αναρωτήθηκε σιωπηλά, βλέποντας ΄΄διαβόλους΄΄ στο οδόστρωμα 

Το ανακριτικό της τροχαίας μόλις είχε σταθμεύσει.
Ο οδηγός πήρε μια βαθιά ανάσα και τηλεφώνησε στον δικηγόρο του που τον περίμενε στα δικαστήρια.

Η δίκη του ήταν χαμηλά στο πινάκιο.
Το μυαλό του άρχισε να παίρνει στροφές.
Ποιος ξέρει μπορεί η κατηγορία για παράσυρση πεζού να ήταν σοβαρή αιτία αναβολής της δίκης.
Μπορεί να περνούσαν χρόνια μέχρι την επόμενη δικάσιμο και ίσως να μην προσερχόταν ο δικηγόρος του δημοσίου και έτσι να γλίτωνε.

Στη χώρα που το απίθανο είναι το πιθανό… όλα μπορούν να συμβούν
Σκεφτόταν και με ύφος πολύ αναστατωμένο κινήθηκε αμέσως, προς του άντρες της τροχαίας.
Πες τε μου παρακαλώ τι χρειάζεται να κάνουμε γιατί θέλω να βρεθώ όσο το δυνατόν γρηγορότερα κοντά στον άνθρωπο.

Είχε κερδίσει ήδη την εύνοια του κοινού και των αυτοπτών  


 Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ

Ο Δημήτρης Ευσταθίου ασφάλισε την ακριβή βαλίτσα του, δώρο της νέας συντρόφου της Αϊρίν, που σίγουρα όταν θα έβλεπε την γρατσουνιά στο λείο δέρμα, θα αναστατωνόταν επικίνδυνα.
Προσπέρασε γρήγορα την εικόνα, τσέκαρε την ώρα της πτήσης από την Θεσσαλονίκη προς την Αθήνα, τηλεφώνησε στον βοηθό του και επιβεβαίωσε ότι μόλις είχαν παραληφθεί τα υλικά για τις νέες συνταγές.

Θα τις δοκίμαζαν αύριο και είχε πολύ αγωνία.  
Εάν είχαν την επιτυχία, όπως, ήλπιζε θα συμμετείχε με αυτές στο casting του καναλιού για νέους, ευφάνταστους και χαρισματικούς Σεφ.

  Ήσυχος πλέον για την ποιότητα των υλικών, ετοιμαζόταν να πιει έναν τελευταίο καφέ με τους γονείς του, στο σαλόνι.
Είχε ήδη φροντίσει όλες τις λεπτομέρειες για την ιατρική παρακολούθηση του  74χρονου κυρίου Ευσταθίου, απαλύνοντας έτσι τις ενοχές του για τις αραιές επισκέψεις στο πατρικό του.
Ένα άφωνο και μη διαγνωσμένο- εγκεφαλικό έπληττε σταδιακά, τις κινητικές δυνατότητες του πατέρα, προκαλώντας του περιοδική αστάθεια στα κάτω άκρα.

Η μητέρα ετοίμαζε τον καφέ στην κουζίνα, ο Δημήτρης μόλις είχε κλείσει την πόρτα του δωματίου όταν είδε τον πατέρα του να σηκώνεται από την πολυθρόνα, να μπερδεύει τα πόδια του στο χαλί και να πέφτει μπρούμυτα στα πλακάκια…

Λίγα λεπτά μετά επιβίβαζαν τον τραυματία στο οικογενειακό αυτοκίνητο με προορισμό το πρώτο νοσοκομείο που εφημέρευε και απείχε μόλις  ένα τετράγωνο από το σπίτι τους.

Είχαν κάνει το πρώτο τους σφάλμα…

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

΄΄ΥΠΕΡ ΥΓΕΙΑΣ΄΄ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ από τη Νατάσα Μποζίνη

Γράφεται και δημοσιεύεται σε πραγματικό τόπο και χρόνο.




Οι ήρωες είναι φανταστικά πρόσωπα, η πλοκή βρίσκεται σε ΄΄γέννα΄΄, οι ιστορίες και οι στιχομυθίες βασίζονται σε πραγματικά ενδονοσοκομειακά περιστατικά

Καλώς ήρθατε στον κόσμο της υγείας εν έτη 2013 που ακροβατεί Υπέρ Υγείας ή Υπέρ Αναπαύσευως;

                              Νατάσα Μποζίνη

(Πρώτη Γραφή χωρίς δεύτερη ανάγνωση και επιμέλεια)

Σωτήριο έτος 2013 Μήνας Αύγουστος 

Είδε την πομπή να πλησιάζει και κρύφτηκε πίσω από την πυκνή συστάδα των κυπαρισσιών.
Ξεχώρισε εύκολα την αγαπημένη μορφή. Τρόμαξε από το σκληρό, ανέκφραστο πρόσωπο με το βλέμμα, στραμμένο σε εσωτερικό κενό.

 Η ζέστη ήταν αφόρητη, ένιωσε δύσπνοια και βίωσε την λιποθυμία. Την ίδια στιγμή η πομπή περνούσε και προσπερνούσε τη συστάδα των δέντρων.

20 Σεπτεμβρίου 2012

Ο ΜΙΧΑΛΗΣ

-Μιχαλάτση , Μιχαλάτση κατέβα από το δεντρί

-Δυό κηπουροί δεν κάνουνε σ' ένα μπαξέ κερά μου
μισεύγω και χαλάλι σου τα μεροκάματά μου

-Αν πάρεις κουλουμούντρα εγώ δε σε μαζεύω και ας τις μαντινάδες

-Γυναίκα σταμάτα μη σε καταχερίσω τώρα στα γηρατειά μας. Το μπόλι θα βάλω και θα κατέβω. Μη στέκεις επαέ

Το δεντρί όμως δεν άντεξε το βάρος του Μιχαλάκη και κατέρρευσε μαζί με τον επίμονο Κρητικό, μπροστά στα τρομαγμένα μάτια της κυρα Ελενίτσας. Το ουρλιαχτό της ακούστηκε μακριά:

-‘Οη Όη  γιότσα που μας βρήκε… Μανωλιό έβγα γρήγορα χάνουμε τον κύρη σου

Τα βογγητά του κύρη αναστάτωσαν  όλο το Ωραιόκαστρο, οι κοντινότεροι γείτονες έτρεξαν να δουν τι συμβαίνει, ο γιός του  σχημάτισε αμέσως το νούμερο 166

Η ΚΑΤΙΑ

Την ίδια ώρα η Κάτια έκλεινε την πόρτα, του μικρού της διαμερίσματος, κάπου στην οδό Αγίου Δημητρίου, αναθεμάτιζε το χαλασμένο ασανσέρ και κουτρουβαλούσε τις στενές σκάλες με το φθαρμένο μωσαϊκό. Η  τύχη θέλησε να είναι της ίδιας εποχής και αισθητικής με το δάπεδο του νοσοκομείου όπου έκανε την ειδίκευσή της.
Υπήρχαν φορές με την  κούραση να της προκαλεί σύγχυση και να αναρωτιέται εάν βρίσκεται στο σπίτι ή στο νοσοκομείο.
Τότε βοηθούσε η όσφρηση και η ακοή για να την επαναπροσδιορίσουν, γεωγραφικά.

Στο αδιευκρίνιστο βουητό της μεγάλης αίθουσας στοιβάζονταν άνθρωποι που πονούσαν και άνθρωποι που υποστήριζαν, δίπλα σε άλλους με διάφορες και διαφορετικού χρώματος ρόμπες εργασίας. Οι ρόμπες τους έδιναν αίγλη και ένα αδικαιολόγητο-συχνά- κύρος.
Το βουητό ήταν πολύ διαφορετικό από αυτό της γειτονιάς της
Ο ήχος στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο την στοίχειωνε. Προσπαθούσε να ακούσει την κάθε φωνή ξεχωριστά αλλά ποτέ δεν υπήρχε ο χρόνος για να αφοσιωθεί, αποκλειστικά, σε ένα και μόνο περιστατικό.

Τότε θυμόταν τον θείο της από την Γεωργία.  Είχε πάντα στην τσέπη του πουκαμίσου του ένα μικρό διαπασών και ναι… κούρδιζε τη φωνή του πριν αρχίσει να της αφηγείται ιστορίες  και να ψιθυρίζει ρυθμούς, της αλλοτινής πατρίδας.

Πολλές φορές, στα βράδια της εφημερίας, η Κάτια προσπαθούσε να μειώσει την υπερένταση και να συγκεντρωθεί στα περιστατικά που διαχειριζόταν παράλληλα, μουρμουρίζοντας νοητά, εκείνους τους ρυθμούς.

 Προερχόταν από μουσική οικογένεια και είχε σταλάξει μέσα της η συνήθεια να μετατρέπει την κάθε λέξη σε νότα. 
Έτσι για αυτήν, ο ανθρώπινος πόνος ντυμένος, με ένα μανδύα στωικότητας και δέους προερχόμενου από τα νοσοκομεία και το ιερό επάγγελμα τους φροντιστή υγείας, ήταν συνδεδεμένος με ένα ίσο, βυζαντινό.
Αντίθετα όταν επέστρεφε στο μικρό της διαμέρισμα και έπρεπε να διασχίσει την Αγίου Δημητρίου, οι ΄΄μουσικοί δρόμοι΄΄ και όλα, άλλαζαν…

Ο φοιτητόκοσμος και ο ήχος από τα μικρά ζωηρά καφέ και τα αυθόρμητα α καπέλα τραγούδια, ήταν ένα παρατεταμένο δυτικό λα-ύμνος της -λανθασμένης- αντίληψης ύπαρξης, της αθανασίας.
Υπήρχαν φορές και η Κάτια γινόταν ο κακός αγγελιοφόρος ενός επικείμενου θανάτου.
Προσπαθούσε να πάρει ύφος ουδέτερο, για να αναγγείλει στους συγγενείς μια μη αναστρέψιμη κατάσταση.

Μετά και αφού άλλαζε την άσπρη ρόμπα με τα άλλα ρούχα τα ΄΄πολιτικά΄΄ γινόταν πάλι μια απλή κοινή κοπέλα ετών 25 και έκλεβε στιγμές πλαστής, αθανασίας.
Στεκόταν έξω από τα ζωηρά καφέ της γειτονιάς της και άκουγε, άκουγε ώρα πολύ, τους συνομηλίκους της να λένε τραγούδια, από καρδιάς και πολλές φορές παράφωνα, υμνώντας πάντα τον έρωτα και ξορκίζοντας τον χωρισμό.
Μπαλάντες για τον έρωτα. Ζεϊμπέκικα για τον χωρισμό
Ήταν τα δικά της ξόρκια στους θανάτους-συναπαντήματα των προηγούμενων ωρών.
Κάπως έτσι την βοηθούσαν και οι μυρωδιές όταν τα μωσαϊκά της προκαλούσαν σύγχυση
Αλλιώτικο το αντισηπτικό τα ούρα και το αίμα από τις μυρωδιές του γωνιακού , ξενυχτάδικου,εστιατορίου με τη μεγάλη γκάμα από σούπες. 

Πολλές φορές έτρωγε εκεί, στον αιώνιο ΄΄Τσαρουχά΄΄ το δείπνο-πρωινό της. Της άρεσαν όλα, ακόμη και αυτό το περίεργο και διάσημο πιάτο που το έλεγαν Πατσά στη Θεσσαλονίκη και προκαλούσε αντιφατικά, γευστικά συναισθήματα σε κάθε ταξιδιώτη.
-Πόσο κακόηχο πιάτο. 
Σκεφτόταν…

Μόνο κοτόσουπα δεν έτρωγε γιατί την συνέδεε με την κουζίνα του νοσοκομείου και ήταν εξίσου τραυματικό, στα εκατομμύρια κοτόπουλα που θυσιάζονται υπέρ υγείας αλλά και στο προσωπικό του νοσοκομείου γιατί τους θύμιζε το …νοσοκομείο

Κοίταξε το ρολόι της και επιτάχυνε το βήμα προς την στάση. Ήταν στα όρια του χρόνου. 
-Σε λίγο τα ασθενοφόρα θα έφερναν τα περιστατικά
 Σκέφτηκε αλλά διόρθωσε αμέσως την σκέψη της: 
-Θα έφερναν τους ασθενείς.